Лімфа στα ελληνικά
Μετάφραση: лімфа, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεμφικός, λέμφος, λέμφου, λεμφαδένες, λεμφικό, λέμφο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ліловий στα ελληνικά - βιολί, μωβ, πορφυρό, μοβ, πορφυρή, πορφυρού
- лімузини στα ελληνικά - κουτσαίνω, χαλαρός, Λιμουζίνες, Εστιατόρια, limousines, λιμουζίνων
- лінгвіст στα ελληνικά - γλωσσικός, γλωσσολόγος, γλωσσολόγο, γλωσσολόγου, γλωσσομαθής, γλωσσομαθούς
- лінгвістично στα ελληνικά - γλωσσολογία, γλωσσικά, γλωσσολογικά, γλωσσική, γλωσσική άποψη, γλωσσικής
Τυχαίες λέξεις
Лімфа στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεμφικός, λέμφος, λέμφου, λεμφαδένες, λεμφικό, λέμφο
Μεταφράσεις: λεμφικός, λέμφος, λέμφου, λεμφαδένες, λεμφικό, λέμφο