Лінії στα ελληνικά

Μετάφραση: лінії, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποφοίτηση, γραμμές, γραμμών, σειρές, τις γραμμές, γραμμές που
Лінії στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • лінімент στα ελληνικά - φόδρα, αλοιφή, liniment, χρίσμα, υγρό εντριβής, επάλειψη
  • лінія στα ελληνικά - ξυλώδης, γραμμή, γραμμής, σύμφωνα, line, σειρά
  • лір στα ελληνικά - λιρέτες, λίρες, λιρετών, λιρών, ιταλικών λιρών
  • ліра στα ελληνικά - λυρικός, λίρα, Lira, λίρας, λίρες, λιρέτας
Τυχαίες λέξεις
Лінії στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποφοίτηση, γραμμές, γραμμών, σειρές, τις γραμμές, γραμμές που