Масивний στα ελληνικά

Μετάφραση: масивний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εθελοντικά, εκούσια, ιστός, εκουσίως, κατάρτι, ογκώδης, μαζική, τεράστια, μαζικές, τεράστιο
Масивний στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • маса στα ελληνικά - ογκώδης, τεράστιος, ωκεανός, ακαθάριστος, χοντρός, αισχρός, στρατός, ...
  • масажист στα ελληνικά - πλάσιμο, μασέρ, μασάζ, κάνει μασάζ, που κάνει μασάζ, χειρομαλάκτης
  • масивність στα ελληνικά - συμπαγές, μαζικότητα, την μαζικότητα, μαζικότητά, μαζικοποίησή
  • маска στα ελληνικά - αμφίεση, παρουσιαστικό, μάσκα, να καλύψει, συγκαλύψουν, συγκαλύπτουν, mask
Τυχαίες λέξεις
Масивний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εθελοντικά, εκούσια, ιστός, εκουσίως, κατάρτι, ογκώδης, μαζική, τεράστια, μαζικές, τεράστιο