Методи στα ελληνικά

Μετάφραση: методи, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετριόφρων, σεμνός, Μέθοδοι, Τρόποι, μεθόδους, Methods, Οι μέθοδοι
Методи στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • метнути στα ελληνικά - ρίξιμο, βολή, επιτελείο, μεγάλο κομμάτι, κομμάτι, χοντρό κομμάτι, παχιού τεμαχίου, ...
  • метод στα ελληνικά - μακέτα, μανεκέν, μοντέλο, τεχνική, μέθοδος, μέθοδο, μεθόδου, ...
  • методика στα ελληνικά - τεχνική, μέθοδος, μέθοδο, μεθόδου, μέθοδο που, τη μέθοδο
  • методичний στα ελληνικά - μεθοδικός, μεθοδική, μεθοδικό, μεθοδικής, μεθοδικά
Τυχαίες λέξεις
Методи στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετριόφρων, σεμνός, Μέθοδοι, Τρόποι, μεθόδους, Methods, Οι μέθοδοι