Море στα ελληνικά
Μετάφραση: море, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κύμα, θάλασσα, ξεχύνομαι, πέλαγος, στη θάλασσα, θάλασσας, θαλάσσια, θαλάσσιες
Μεταφράσεις
- безхмарний στα ελληνικά - ατάραχος, γαλήνιος, αίθριος, χωρίς σύννεφα, καθαρός, ασυννέφιαστο, έντονη Τοπικές
- буфер στα ελληνικά - ασπίδα, ρυθμιστικό, ρυθμιστικού, ρυθμιστικό διάλυμα, ρυθμιστικού διαλύματος, buffer
- густи στα ελληνικά - έξαρση, πυκνός, πυκνό, πυκνή, πυκνά, πυκνού
- кредит στα ελληνικά - πίστωση, πίστη, πιστωτικών, πιστωτική, πιστωτικό
Τυχαίες λέξεις
Море στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κύμα, θάλασσα, ξεχύνομαι, πέλαγος, στη θάλασσα, θάλασσας, θαλάσσια, θαλάσσιες
Μεταφράσεις: κύμα, θάλασσα, ξεχύνομαι, πέλαγος, στη θάλασσα, θάλασσας, θαλάσσια, θαλάσσιες