Мішок στα ελληνικά
Μετάφραση: мішок, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βακαλάος, κρόκος, απολύω, τσάντα, σακούλα, σάκο, σάκος, σακούλας
Μεταφράσεις
- відбудову στα ελληνικά - ανακτώ, πρόβες, αναστηλώνω, αποκαθιστώ, ανοικοδόμηση, ανασυγκρότηση, ανασυγκρότησης, ...
- дивитись στα ελληνικά - παραγνωρίζω, παραβλέπω, ρολόι, παρακολουθώ, παρακολουθήσετε, παρακολουθήσουν, να παρακολουθήσετε
- качур στα ελληνικά - Kachur
- коновод στα ελληνικά - κόκορας, πετεινός, πρωτεργάτη, επικεφαλής, ηγετικό, επί κεφαλής, ηγετικό ρόλο
Τυχαίες λέξεις
Мішок στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βακαλάος, κρόκος, απολύω, τσάντα, σακούλα, σάκο, σάκος, σακούλας
Μεταφράσεις: βακαλάος, κρόκος, απολύω, τσάντα, σακούλα, σάκο, σάκος, σακούλας