Налагоджувати στα ελληνικά

Μετάφραση: налагоджувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθορισμένος, τοποθετώ, οργανώσει, οργανώνουν, οργανώνει, οργανώσουν, διοργανώνουν
Налагоджувати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • абрикоса στα ελληνικά - βερίκοκο, βερίκοκου, βερίκοκων, βερίκοκα, βερύκοκο
  • журно στα ελληνικά - Zh, Ζη, σειράς ZH, της σειράς ZH
  • зміцніть στα ελληνικά - εμπεδώνω, εδραιώνω, ενισχύσει, να ενισχύσει, ενισχύσουν, ενισχυθεί, την ενίσχυση
  • зростати στα ελληνικά - επίφοβος, μεγαλώνουν, αναπτυχθούν, αυξάνονται, αυξάνεται, αναπτύσσονται
Τυχαίες λέξεις
Налагоджувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθορισμένος, τοποθετώ, οργανώσει, οργανώνουν, οργανώνει, οργανώσουν, διοργανώνουν