Насупитися στα ελληνικά

Μετάφραση: насупитися, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνοφρυώνομαι, κατσουφιάζω, συνοφρύουμαι, συνοφρύωμα, συνοφρυώματος, συνοφρύωση
Насупитися στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • відповідально στα ελληνικά - ανταποκρινόμενος, υπευθυνότητα, υπεύθυνα, με υπευθυνότητα, υπεύθυνη, υπεύθυνο
  • жовтий στα ελληνικά - πορτοκαλί, κεχριμπάρι, κιτρινωπός, κίτρινος, κίτρινο, την κίτρινη, κίτρινη, ...
  • затвердити στα ελληνικά - βεβαιώνω, διαβεβαιώνω, επικυρώνω, εγκρίνω, εγκρίνει, εγκρίνουν, έγκριση, ...
  • любенько στα ελληνικά - ακριβά, lyubenko
Τυχαίες λέξεις
Насупитися στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνοφρυώνομαι, κατσουφιάζω, συνοφρύουμαι, συνοφρύωμα, συνοφρυώματος, συνοφρύωση