Неможливість στα ελληνικά

Μετάφραση: неможливість, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδύνατον, αναπηρία, ανικανότητα, αδυναμία, αδυναμίας, την αδυναμία, ανικανότητας
Неможливість στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • багаття στα ελληνικά - φωτιά, πυροβολώ, απολύω, σπρώχνω, πυρκαγιά, φωτιά για γιορτή, πυρά, ...
  • кепсько στα ελληνικά - κακά, άσχημα, κακώς, άτακτα
  • контекстний στα ελληνικά - πλαίσιο, συμφραζόμενα, πλαίσια, το πλαίσιο, πλαισίου
  • лазери στα ελληνικά - μαστίζω, λοιδορώ, λέιζερ, τα λέιζερ, lasers
Τυχαίες λέξεις
Неможливість στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδύνατον, αναπηρία, ανικανότητα, αδυναμία, αδυναμίας, την αδυναμία, ανικανότητας