Неодмінний στα ελληνικά

Μετάφραση: неодмінний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεμένος, ουσιώδης, ουσιωδών, απαραίτητο, ουσιώδη, απαραίτητη
Неодмінний στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бомбардувальник στα ελληνικά - βομβιστής, βομβαρδιστικό, βομβαρδιστικό αεροπλάνο, βομβιστή, βομβαρδιστικών αεροπλάνων
  • дуло στα ελληνικά - βαρέλι, ρύγχος, ρύγχους, στομίου, μουσούδα, φίμωτρο
  • з-між στα ελληνικά - ανάμεσα, μεταξύ, μεταξύ των, εταξύ
  • зміст στα ελληνικά - συντήρηση, σημασία, ουσία, περιεχόμενα, περιεχόμενο, περιεχομένου, περιεχομένων, ...
Τυχαίες λέξεις
Неодмінний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεμένος, ουσιώδης, ουσιωδών, απαραίτητο, ουσιώδη, απαραίτητη