Неодружений στα ελληνικά
Μετάφραση: неодружений, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περούκα, μονόκλινο, μόνο, ενιαία, ενιαίο, ενιαίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- громовідвід στα ελληνικά - ηλεκτρόδιο, ηλεκτροδίου, ηλεκτροδίων, του ηλεκτροδίου, των ηλεκτροδίων
- кава στα ελληνικά - καφές, καφέ, τον καφέ, του καφέ, για καφέ
- капітуляція στα ελληνικά - παράδοση, παράδοσης, εξαγοράς, παραίτηση, παράδοσή
- класовий στα ελληνικά - τάξη, κλάση, υπάγω, κατηγορία, κατηγορίας, τάξης
Τυχαίες λέξεις
Неодружений στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περούκα, μονόκλινο, μόνο, ενιαία, ενιαίο, ενιαίας
Μεταφράσεις: περούκα, μονόκλινο, μόνο, ενιαία, ενιαίο, ενιαίας