Неспроможність στα ελληνικά

Μετάφραση: неспроможність, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απρόσιτος, ανικανότητα, αναπηρία, αποτυχία, αφερεγγυότητα, αφερεγγυότητας, πτώχευσης, πτωχεύσεως, περί αφερεγγυότητας
Неспроможність στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • арсенал στα ελληνικά - οπλοστάσιο, Άρσεναλ, οπλοστάσιό, οπλοστασίου, το οπλοστάσιο
  • дикун στα ελληνικά - άγριος, βάρβαρος, Savage, άγρια, άγριο, άγριες
  • згідно στα ελληνικά - παγανίζω, επιδιώκω, ασκώ, σύμφωνα με, σύμφωνα, ανάλογα, κατά
  • лицарство στα ελληνικά - ιπποσύνη, ιπποτισμός, ιπποσύνης, ιπποτισμού, των ηρώων
Τυχαίες λέξεις
Неспроможність στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απρόσιτος, ανικανότητα, αναπηρία, αποτυχία, αφερεγγυότητα, αφερεγγυότητας, πτώχευσης, πτωχεύσεως, περί αφερεγγυότητας