Ніскільки στα ελληνικά
Μετάφραση: ніскільки, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τίποτα, κανένας, κανένα, καμία, none, κανείς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вирощення στα ελληνικά - όγκος, ανάπτυξη, αυξανόμενη, αυξανόμενες, αυξάνεται, αυξανόμενο, αναπτυσσόμενη
- зафрахтувати στα ελληνικά - καταστατικό, ναυλώνω, ναύλωση, καταστατικός χάρτης, Χάρτη, τσάρτερ, charter
- знущатися στα ελληνικά - κατάχρηση, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων
- ймовірний στα ελληνικά - πιθανά, εφικτός, πιθανός, πιθανό, ενδέχεται, πιθανόν, πιθανότερο
Τυχαίες λέξεις
Ніскільки στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τίποτα, κανένας, κανένα, καμία, none, κανείς
Μεταφράσεις: τίποτα, κανένας, κανένα, καμία, none, κανείς