Обрисовувати στα ελληνικά
Μετάφραση: обрисовувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απεικονίζω, obrysovuvaty
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- викинув στα ελληνικά - έριξε, πέταξε, έριξαν, πέταξαν, έριχναν
- зачеплений στα ελληνικά - επιτηδευμένος, γαμψός, επηρεάζονται, επηρεάζεται, που επηρεάζονται, επηρεαστεί, επηρεαστούν
- зашифровувати στα ελληνικά - κρυπτογραφία, Cypher, με κωδικα, κωδικα, Σάιφερ
- ми στα ελληνικά - αδύναμος, ανίσχυρος, εμείς, που, θα, έχουμε, μπορούμε
Τυχαίες λέξεις
Обрисовувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απεικονίζω, obrysovuvaty
Μεταφράσεις: απεικονίζω, obrysovuvaty