Оперення στα ελληνικά
Μετάφραση: оперення, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σταθμίζω, παλτό, φτερά, φτέρωμα, πτέρωμα, φτερώματος, φτέρωμά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- волгоградський στα ελληνικά - βούληση, θέληση, Βολγκογκράντ, Volgograd, Βόλγκογκραντ, βόλγογκραντ, Βόλγκοκραντ
- вібрації στα ελληνικά - δόνηση, κραδασμούς, κραδασμών, δόνησης, δονήσεις
- відчай στα ελληνικά - απόγνωση, απελπισία, απελπισίας, απόγνωσης, την απελπισία
- гільйотина στα ελληνικά - καρμανιόλα, λαιμητόμος, γκιλοτίνα, γκιλοτίνας, λαιμητόμου
Τυχαίες λέξεις
Оперення στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σταθμίζω, παλτό, φτερά, φτέρωμα, πτέρωμα, φτερώματος, φτέρωμά
Μεταφράσεις: σταθμίζω, παλτό, φτερά, φτέρωμα, πτέρωμα, φτερώματος, φτέρωμά