Παλτό στα ουκρανικά
Μετάφραση: παλτό, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пальті, покрити, пальто, пальтом, шинель, пальт, пальтах, оперення, пальта
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παλτό
παλτό burberry, παλτό μοντγκόμερι, παλτό ανδρικό, παλτό ονειροκρίτης, παλτό γυναικεία, παλτό λεξικό γλώσσας ουκρανικά, παλτό στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- παλμός στα ουκρανικά - хвилювання, збентеження, биття, пульсація, пульсуючий
- παλούκι στα ουκρανικά - пікетник, прив'язувати, пікет, полюс
- παμφάγος στα ουκρανικά - всеїдний, усеїдний, всеїдна, Всеїдного
- πανάγιος στα ουκρανικά - священний, святиня, святий, Святий, святої, святою, Святій, ...
Τυχαίες λέξεις
Παλτό στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: пальті, покрити, пальто, пальтом, шинель, пальт, пальтах, оперення, пальта
Μεταφράσεις: пальті, покрити, пальто, пальтом, шинель, пальт, пальтах, оперення, пальта