Панічний στα ελληνικά
Μετάφραση: панічний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πανικοβάλλω, πανικός, πανικού, πανικό, τον πανικό, ο πανικός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аміак στα ελληνικά - αμμωνία, αμμωνίας, της αμμωνίας, η αμμωνία, την αμμωνία
- декламувати στα ελληνικά - λέω, απαγγέλλω, διηγούμαι, απαγγέλλουν, απαγγείλει, απαγγέλλει
- дюжина στα ελληνικά - δωδεκάδα, ντουζίνα, δώδεκα, δεκάδες, δωδεκάδες
- забудовник στα ελληνικά - προγραμματιστή, προγραμματιστής, του έργου, έργου, κύριος του έργου
Τυχαίες λέξεις
Панічний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πανικοβάλλω, πανικός, πανικού, πανικό, τον πανικό, ο πανικός
Μεταφράσεις: πανικοβάλλω, πανικός, πανικού, πανικό, τον πανικό, ο πανικός