Πανικοβάλλω στα ουκρανικά

Μετάφραση: πανικοβάλλω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
лякати, панічний, паніка
Πανικοβάλλω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πανικοβάλλω

πανικοβάλλω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πανικοβάλλω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • πανηγυρίζω στα ουκρανικά - отой, правдивість, той, відмовляє, правда, святкувати, святкуватимуть, ...
  • πανηγύρι στα ουκρανικά - чемний, бенкет, насолоджуватися, середній, добренько, насолоджуватись, прояснятися, ...
  • πανικός στα ουκρανικά - лякати, панічний, паніка
  • πανομοιότυπο στα ουκρανικά - факсимільний, факсиміле, факс, копія, копію
Τυχαίες λέξεις
Πανικοβάλλω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: лякати, панічний, паніка