Пекти στα ελληνικά
Μετάφραση: пекти, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλίβανος, φούρνος, κουζίνα, ψήνω, Ψήστε, bake, ψήνουμε, ψήνουν
Μεταφράσεις
- вимальовуватися στα ελληνικά - διαγράφω, σιλουέτα, περίγραμμα, σκιαγραφιών, σκιαγραφία, σκιαγράφημα
- доповнювати στα ελληνικά - συμπληρώνω, συμπλήρωμα, συμπληρώματος, συμπλήρωμα για τον, συμπληρώνουν, το συμπλήρωμα
- зібрати στα ελληνικά - συλλέγω, συσσωμάτωμα, Συλλέξτε, Μάζεψε, συλλέγουν, Collect, συλλέγει
- лагуна στα ελληνικά - λιμνοθάλασσα, λιμνοθάλασσας, λίμνη, στη λιμνοθάλασσα, λιμνοθάλασσα της
Τυχαίες λέξεις
Пекти στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλίβανος, φούρνος, κουζίνα, ψήνω, Ψήστε, bake, ψήνουμε, ψήνουν
Μεταφράσεις: κλίβανος, φούρνος, κουζίνα, ψήνω, Ψήστε, bake, ψήνουμε, ψήνουν