Передохнути στα ελληνικά
Μετάφραση: передохнути, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συλλαβίζω, ξόρκι, διάστημα, ορθογραφώ, peredohnuty
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бомбардувальник στα ελληνικά - βομβιστής, βομβαρδιστικό, βομβαρδιστικό αεροπλάνο, βομβιστή, βομβαρδιστικών αεροπλάνων
- дивергентний στα ελληνικά - αποκλίνουσες, αποκλίνοντα, αποκλίνουσα, αποκλινουσών, αποκλινόντων
- дупло στα ελληνικά - κούφιος, βαθουλωμένος, υπόκωφος, κοίλος, κοιλότητα, κοίλο, κοίλου, ...
- лоскотати στα ελληνικά - γαργαλίζω, γαργαλάω, γαργάλημα, tickle, γαργαλητό, του tickle
Τυχαίες λέξεις
Передохнути στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συλλαβίζω, ξόρκι, διάστημα, ορθογραφώ, peredohnuty
Μεταφράσεις: συλλαβίζω, ξόρκι, διάστημα, ορθογραφώ, peredohnuty