Λέξη: κατατάσσω

Σχετικές λέξεις: κατατάσσω

κατατάσσω στα αγγλικά, κατατάσσω λεξικο, κατατάσσω συνωνυμα, κατατάσσω συνώνυμο, κατατάσσω αγγλικά

Συνώνυμα: κατατάσσω

κατατάσσομαι, βαθμοφορώ, προεξέχω, ταξινομώ, στρατολογώ

Μεταφράσεις: κατατάσσω

κατατάσσω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
rank, classify, enlist

κατατάσσω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
rango, fila, hilera, categoría, grado, ranking, rango de

κατατάσσω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
dienstgrad, rang, charge, reihe, ebene, einschätzen, stufe, schätzen, grad, Rang, rank, Reihe, Dienstgrad

κατατάσσω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
queue, standing, plantureux, tour, apprécier, unie, marche, suite, niveau, file, alignée, grade, échelon, rang, degré, rangée, classement, rank, le rang

κατατάσσω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
schiera, fila, rango, ceto, grado, riga, rigoglioso, Classifica, Rank, Classifica dei

κατατάσσω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
turno, graduação, linha, classe, aleatório, vez, posto, cauda, fila, fileira, categoria, classificar, classificação

κατατάσσω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
toerbeurt, gelid, rij, beurt, status, graad, file, stand, reeks, rang, Rank, rangschikking, ranking

κατατάσσω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
циничный, ряд, разряд, оценивать, оценить, заросший, выстроить, выстроиться, ранг, противный, сан, шеренга, шиковать, сущий, ступень, отвратительный, Оценка, ранга, звание

κατατάσσω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
rad, rang, rekke, rangering, Rank, holdeplass

κατατάσσω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
led, yppig, rang, rad, Rankning, ranking, rank, rangordningen

κατατάσσω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
arvoaste, sotilasarvo, sija, jono, törkeä, rehevä, rivi, arvoasema, arvo, asema, listalla, sijoitus tuoteryhmässä, ranking

κατατάσσω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
rang, Nummer, Rank, Placering som nummer, Placering

κατατάσσω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pořadí, šarže, úroveň, hodnost, třída, stupeň, řada, postavení, bujný, pozice, hodnotit, hodnosti

κατατάσσω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
mocny, poczet, kategoria, wierutny, istny, arystokracja, ranking, słuszny, ranga, szereg, bujny, rząd, pozycjonowanie, stopień, pasmo, zaliczać, Ranking, pozycja

κατατάσσω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
illetlen, orrfacsaró, visszaszító, avas, rang, rangot, rangú, rangja, rank

κατατάσσω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dizi, rütbe, derece, sıra, sınıf, sıralaması, seviye, Rank, Sıralama

κατατάσσω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
великий, гірський, бродячий, ранг, світі, в світі, рангу, Місце в світі

κατατάσσω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
titull, gradë, radhë, renditet, gradën, renditen

κατατάσσω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ранг, Място, ранга, звание, чин

κατατάσσω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ранг

κατατάσσω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
reastama, järk, auaste, auastme, Rank, auastmega, auastet

κατατάσσω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
red, poredati, položaj, procijeniti, vrsta, rang, čin, rank, ranga, zvanje

κατατάσσω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
staða, stöðu, Rank, raðað, stöðuna

κατατάσσω στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
ordo

κατατάσσω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
greta, vertinti, rangas, Rank, Reitingas, Reitingo pozicija

κατατάσσω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
vērtēt, ierinda, rangs, rank, rangu, ranga, pakāpe

κατατάσσω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ранг, чин, ранк, рангот, ранг на

κατατάσσω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
rând, rang, Locul, rangul, Neclasat, grad

κατατάσσω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
čin, rang, Rank, uvrstitev, Mesto

κατατάσσω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hodnosť
Τυχαίες λέξεις