Перспектива στα ελληνικά
Μετάφραση: перспектива, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προοπτική, άποψη, προοπτικών, προοπτικές, προοπτικής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- дисконтний στα ελληνικά - σκόντο, μείωση, έκπτωση, έκπτωσης, εκπτώσεις, προεξοφλητικό, προεξόφλησης
- жіночний στα ελληνικά - μήτρα, θηλυκός, γυναικείος, θηλυκό, θηλυκή, γυναικεία
- застогнати στα ελληνικά - τρίξιμο, μουγκρίζω, γκρίνια, βογκητό, βογγητό, μουγκρητό
- лінійка στα ελληνικά - χάρακας, ρίγα, γραμμή, γραμμής, σύμφωνα, line, σειρά
Τυχαίες λέξεις
Перспектива στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προοπτική, άποψη, προοπτικών, προοπτικές, προοπτικής
Μεταφράσεις: προοπτική, άποψη, προοπτικών, προοπτικές, προοπτικής