Повірений στα ελληνικά
Μετάφραση: повірений, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράγων, μεσίτης, πράκτορας, συνήγορος, δικηγόρος, πληρεξούσιος, Εισαγγελέα, Εισαγγελέας, δικηγόρο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- декалітр στα ελληνικά - decalitre
- конкурент στα ελληνικά - διαγωνιζόμενος, αντίπαλος, ανταγωνισμός, αντιζηλία, ανταγωνιστής, ανταγωνιστή, αγωνιζόμενος, ...
- кінцевий στα ελληνικά - τερματικό, τερματικού, ακροδέκτη, τερματική, τερματικών
- матка στα ελληνικά - μήτρα, μήτρας, της μήτρας, τη μήτρα, η μήτρα
Τυχαίες λέξεις
Повірений στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράγων, μεσίτης, πράκτορας, συνήγορος, δικηγόρος, πληρεξούσιος, Εισαγγελέα, Εισαγγελέας, δικηγόρο
Μεταφράσεις: παράγων, μεσίτης, πράκτορας, συνήγορος, δικηγόρος, πληρεξούσιος, Εισαγγελέα, Εισαγγελέας, δικηγόρο