Погибати στα ελληνικά

Μετάφραση: погибати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χάνομαι, pohybaty
Погибати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • арештовувати στα ελληνικά - αρπάζω, οστό, κόκκαλο, κόκαλο, οστών, των οστών
  • безбарвний στα ελληνικά - γυμνός, ανεμοδαρμένος, άχρωμος, άχρωμο, άχρουν, άχρωμου, άχρωμη
  • вентиляційний στα ελληνικά - αερισμού, εξαερισμού, αερισμό, τον αερισμό
  • візити στα ελληνικά - επισκέψεις, επισκέψεων, επισκέπτεται, τις επισκέψεις, Επισκέπτες
Τυχαίες λέξεις
Погибати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χάνομαι, pohybaty