Поспішний στα ελληνικά

Μετάφραση: поспішний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γοργός, εύκολος, απλοϊκός, βιαστικός, βιαστική, εσπευσμένη, βιαστικές, βιαστικά
Поспішний στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • блисніть στα ελληνικά - επικρίνω, δριμύτατα, αναβοσβήνει, λάμψεις, αρχίσει να αναβοσβήνει, αναλαμπές, αναβοσβήνει με
  • загіпнотизувати στα ελληνικά - υπνωτίζω, Hypnotize, υπνωτίζουν, υπνωτιστείτε
  • касир στα ελληνικά - ταμίας, ταμείο, ταμία, ταμείου, Cashier
  • лопух στα ελληνικά - κολλιτσίδα, κολλιτσίδας, burdock, αρκτείου, λάππα
Τυχαίες λέξεις
Поспішний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γοργός, εύκολος, απλοϊκός, βιαστικός, βιαστική, εσπευσμένη, βιαστικές, βιαστικά