Постоялець στα ελληνικά
Μετάφραση: постоялець, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καλεσμένος, φιλοξενούμενος, επισκέπτης, προσκεκλημένος, επισκεπτών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- атеїстичний στα ελληνικά - άθεος, αθεϊστική, αθεϊστικές, αθεϊστικών, αθεϊστικό
- вівса στα ελληνικά - βρόμη, βρώμη, βρώμης, τη βρώμη, βρώμες, βρώμης που
- збирати στα ελληνικά - συσσωμάτωμα, συγκαλώ, μεταγλωττίζω, μαζεύω, συλλέγω, συντάσσω, κασμάς, ...
- канцелярський στα ελληνικά - χαρτί, χαρτένιος, γραφειοκρατικός, εφημερίδα, γραφείο, Office, γραφείου, ...
Τυχαίες λέξεις
Постоялець στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καλεσμένος, φιλοξενούμενος, επισκέπτης, προσκεκλημένος, επισκεπτών
Μεταφράσεις: καλεσμένος, φιλοξενούμενος, επισκέπτης, προσκεκλημένος, επισκεπτών