Початок στα ελληνικά
Μετάφραση: початок, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γενέθλια, αρχή, έναρξη, αρχίζει, ξεκινούν, αρχίζουν, που ξεκινούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- астматичний στα ελληνικά - ασθματικός, ασθματικών, ασθματική, ασθματικά, ασθματικούς
- гравер στα ελληνικά - χαράκτης, χαράκτη, engraver, χαράκτριας, χαράκτρια
- замінюваний στα ελληνικά - να αντικατασταθούν, μπορούν να αντικατασταθούν, αντικαταστάσιμες, αντικαταστάσιμο
- крапля στα ελληνικά - σταλάζω, ρανίδα, ωτακουστώ, χάντρα, καταβρέχω, ουγκιά, στάζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Початок στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γενέθλια, αρχή, έναρξη, αρχίζει, ξεκινούν, αρχίζουν, που ξεκινούν
Μεταφράσεις: γενέθλια, αρχή, έναρξη, αρχίζει, ξεκινούν, αρχίζουν, που ξεκινούν