Приділяти στα ελληνικά
Μετάφραση: приділяти, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαρίζω, περισσευούμενος, περισσεύω, εφεδρικός, ανταλλακτικά, ανταλλακτικών, πλεονάζουσα, εφεδρικό
Μεταφράσεις
- богиня στα ελληνικά - θεά, θεάς, θεότητα, η θεά, θεότητας
- ворон στα ελληνικά - πεινασμένος, λιμασμένος, κοράκι, Raven, κορακιού, το κοράκι, κόρακας
- віха στα ελληνικά - κούρνια, πάσσαλος, ορόσημο, αξιοθέατο, σημείο ενδιαφέροντος, σε σημείο ενδιαφέροντος
- галявина στα ελληνικά - γκαζόν, γρασίδι, χλοοτάπητα, χορτοτάπητα, γκαζόν για
Τυχαίες λέξεις
Приділяти στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαρίζω, περισσευούμενος, περισσεύω, εφεδρικός, ανταλλακτικά, ανταλλακτικών, πλεονάζουσα, εφεδρικό
Μεταφράσεις: χαρίζω, περισσευούμενος, περισσεύω, εφεδρικός, ανταλλακτικά, ανταλλακτικών, πλεονάζουσα, εφεδρικό