Прикладення στα ελληνικά
Μετάφραση: прикладення, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπληρωτής, μάντρα, περίφραγμα, περίφραξη, εσώκλειστο, παράρτημα, συμπλήρωμα, παράθεση, απόθεση, εναπόθεση, εναπόθεσης, αποθέσεως
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- коли-небудь στα ελληνικά - πάντα, ποτέ, συνεχώς, ολοένα, όλο
- коментарій στα ελληνικά - σχόλιο, σχόλια, τα σχόλια, παρατηρήσεις, τις παρατηρήσεις, παρατηρήσεων
- кран στα ελληνικά - γερανός, βρύση, βρύσης, πατήστε, της βρύσης, πιέστε
- манжета στα ελληνικά - μανικέτι, μανσέτα, σφαλιάρα, περιχειρίδα, ρεβέρ
Τυχαίες λέξεις
Прикладення στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπληρωτής, μάντρα, περίφραγμα, περίφραξη, εσώκλειστο, παράρτημα, συμπλήρωμα, παράθεση, απόθεση, εναπόθεση, εναπόθεσης, αποθέσεως
Μεταφράσεις: αναπληρωτής, μάντρα, περίφραγμα, περίφραξη, εσώκλειστο, παράρτημα, συμπλήρωμα, παράθεση, απόθεση, εναπόθεση, εναπόθεσης, αποθέσεως