Συμπλήρωμα στα ουκρανικά

Μετάφραση: συμπλήρωμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ад'юнкт, додавати, комплект, доповнювати, додаток, прикладення, доповнити, доповнення, додачу, Крім
Συμπλήρωμα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμπλήρωμα

συμπλήρωμα ασβεστίου, συμπλήρωμα διατροφής, συμπλήρωμα c3, συμπλήρωμα ως προς 2, συμπλήρωμα διατροφής για αδυνάτισμα, συμπλήρωμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συμπλήρωμα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • συμπιεστής στα ουκρανικά - компресор, компрессор
  • συμπλέκομαι στα ουκρανικά - скандальте, дзюрчати, бійка, драка
  • συμπληρωματικός στα ουκρανικά - додатковий, додаткове, додаткову, додаткова, додаткового
  • συμπληρώνω στα ουκρανικά - доповнити, додаток, доповнювати, доповнення, тягнути, животіти, волочити, ...
Τυχαίες λέξεις
Συμπλήρωμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: ад'юнкт, додавати, комплект, доповнювати, додаток, прикладення, доповнити, доповнення, додачу, Крім