Присуд στα ελληνικά

Μετάφραση: присуд, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύρημα, απόφαση, καταδίκη, πρόταση, φράση, περίοδος, ποινή
Присуд στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • асфальтувати στα ελληνικά - άσφαλτος, άσφαλτο, ασφάλτου, ασφαλτοστρωμένο, ασφαλτική
  • безтактний στα ελληνικά - αδαής, απρεπής, σκαιός, αδέξιο, αγενής, αγενή
  • дурка στα ελληνικά - Durko
  • кришка στα ελληνικά - πορεία, επικεφαλίδα, κουκούλα, καλύπτω, κάλυμμα, κάλυψη, εξώφυλλο, ...
Τυχαίες λέξεις
Присуд στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύρημα, απόφαση, καταδίκη, πρόταση, φράση, περίοδος, ποινή