Λέξη: κατακτητής
Σχετικές λέξεις: κατακτητής
ο κατακτητής
Συνώνυμα: κατακτητής
πορθητής, νικητής
Μεταφράσεις: κατακτητής
κατακτητής στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
conqueror, occupier, a conqueror, conquistador, conqueror of
κατακτητής στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
vencedor, conquistador, conqueror, conquistadores, el conquistador
κατακτητής στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bezwinger, eroberer, Sieger, Eroberer, Eroberers, Siegers, Bezwinger
κατακτητής στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
vainqueur, conquérant
κατακτητής στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
conquistatore, vincitore, conqueror, conquistatori
κατακτητής στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
conquistador, vencedor, conqueror, o conquistador, conquistadores
κατακτητής στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
veroveraar, overwinnaar, Conqueror, de veroveraar
κατακτητής στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
завоеватель, поработитель, победитель, покоритель, завоевателем, завоевателя
κατακτητής στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
erobreren, erobrer, seierherre, seier, Conqueror
κατακτητής στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
erövraren, erövrare, Conqueror, besegrare, besegraren
κατακτητής στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
valloittaja, Conqueror, valloittajan, valloittajana
κατακτητής στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
erobrer, sejrherre, Erobreren, Conqueror, Erobrerens
κατακτητής στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vítěz, dobyvatel, Conqueror, dobyvatele, dobyvatelem, přemožitelem
κατακτητής στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zdobywca, pogromca, zwycięzca, zaborca, zdobywcą, zdobywcy
κατακτητής στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hódító, meghódítója, győztes, legyőzője
κατακτητής στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
fatih, fatihi, conqueror, cihangir, konqueror
κατακτητής στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
переможець, звитяжець, завойовник, завоеватель
κατακτητής στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
pushtues, pushtuesi, Conqueror, mbizotërues, ka pushtuesi
κατακτητής στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
завоевател, победител, покорител, завоевателя, победители
κατακτητής στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
заваёўнік
κατακτητής στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vallutaja, Conqueror, võitja, alistaja
κατακτητής στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
osvajač, Osvajača, osvajac, Conqueror, uzdigao
κατακτητής στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
sigurvegarinn, sigurvegari, Conqueror, bastarður
κατακτητής στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
užkariautojas, nugalėtojas, užkariautoja, Labai partija, lemiamoji partija
κατακτητής στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
iekarotājs, uzvarētājs, iekarotāj, iekarotāja
κατακτητής στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
освојувачот, освојувач, победник, победникот, завоевател
κατακτητής στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cuceritor, biruitor, învingător, cuceritorul, conqueror
κατακτητής στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
osvajalec, Conqueror, zmagovalec, osvajalca, osvojite
κατακτητής στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
dobyvateľ, dobyvateľmi, dobyvatel, dobyvateľov