Прихований στα ελληνικά
Μετάφραση: прихований, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απόκρυφος, αποστράτευση, μυστηριώδης, εχέμυθος, κρυμμένο, κρυμμένα, κρυφό, κρυμμένη, κρύβεται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безмовний στα ελληνικά - άφωνος, άναυδος, εμβρόντητος, άφωνους, άφωνο, άφωνοι, άφωνη
- винятково στα ελληνικά - μόνο, μόνον, μόλις, μόνη, μόνο για
- вищесказаний στα ελληνικά - προαναφερθείς, προαναφερθείσα, προαναφερθείσες, προαναφερθέντα, προαναφερθείσας
- дикий στα ελληνικά - βάρβαρος, θηριώδης, άγριος, άγρια, άγριων, άγριου, άγριας
Τυχαίες λέξεις
Прихований στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απόκρυφος, αποστράτευση, μυστηριώδης, εχέμυθος, κρυμμένο, κρυμμένα, κρυφό, κρυμμένη, κρύβεται
Μεταφράσεις: απόκρυφος, αποστράτευση, μυστηριώδης, εχέμυθος, κρυμμένο, κρυμμένα, κρυφό, κρυμμένη, κρύβεται