Програмує στα ελληνικά

Μετάφραση: програмує, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προοδεύω, πρόοδος, προγραμματισμένος, προγραμματιστεί, προγραμματισμένη, προγραμματισμένο, προγραμματισμένες
Програмує στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вмерти στα ελληνικά - φύση, μακριά, ανάσα, αναπνοή, πεθαίνω, κύβος, πεθαίνουν, ...
  • забратися στα ελληνικά - αναρρίχηση, ανόδου, ανάβαση, άνοδο, ανόδου που
  • звабі στα ελληνικά - έλξη, έλξης, αξιοθέατο, το αξιοθέατο, προσέλκυση
  • компетенція στα ελληνικά - κατανομή, αρμοδιότητα, χωρητικότητα, πραγματογνωμοσύνη, αρμοδιότητας, αρμοδιοτήτων, ικανότητα, ...
Τυχαίες λέξεις
Програмує στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προοδεύω, πρόοδος, προγραμματισμένος, προγραμματιστεί, προγραμματισμένη, προγραμματισμένο, προγραμματισμένες