Продиратися στα ελληνικά
Μετάφραση: продиратися, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαταράσσω, σκαρφαλώνω, σκαρφάλωμα, διαμάχη, μπάλα, μπάλα και, αγωνίζομαι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- амбіція στα ελληνικά - βλέψη, φιλοδοξία, φιλοδοξίας, φιλοδοξίες, τη φιλοδοξία, φιλοδοξιών
- вівця στα ελληνικά - πρόβατο, προβατίνα, πρόβατα, προβάτων, προβατοειδών, τα πρόβατα, προβάτου
- консультація στα ελληνικά - διαιτησία, διαβούλευση, διαβούλευσης, διαβουλεύσεις, διαβουλεύσεων, από διαβούλευση
- мешкала στα ελληνικά - μαέστρος, έζησε, έζησαν, ζούσαν, ζήσει, ζούσε
Τυχαίες λέξεις
Продиратися στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαταράσσω, σκαρφαλώνω, σκαρφάλωμα, διαμάχη, μπάλα, μπάλα και, αγωνίζομαι
Μεταφράσεις: διαταράσσω, σκαρφαλώνω, σκαρφάλωμα, διαμάχη, μπάλα, μπάλα και, αγωνίζομαι