Пігулка στα ελληνικά
Μετάφραση: пігулка, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαστροπός, χάπι, χαπιού, χαπιών, το χάπι, χάπια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бренькання στα ελληνικά - παρακρούω, γρατσούνισμα, δίτυπι, Strum, γρατζουνίσματα
- відмінити στα ελληνικά - ακυρώνω, ξεκουμπώνω, ακυρώσει, ακυρώσετε, να ακυρώσει, ακυρώσετε την, να ακυρώσετε
- годувальник στα ελληνικά - στοίχημα, στοιχηματίζω, βιοπαλαιστής, βιοποριστής, προστάτη της οικογένειας, κουβαλητή, στήριγμα της οικογένειας
- зношувати στα ελληνικά - συμπλοκή, ξεφτίζω, φθορά, φορούν, φοράτε, φορέσει, να φορούν
Τυχαίες λέξεις
Пігулка στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαστροπός, χάπι, χαπιού, χαπιών, το χάπι, χάπια
Μεταφράσεις: μαστροπός, χάπι, χαπιού, χαπιών, το χάπι, χάπια