Піднесений στα ελληνικά
Μετάφραση: піднесений, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πανύψηλος, επιβλητικός, μεταρσιωμένος, αξιοπρεπής, αυξημένα, αυξημένη, αυξημένες, υψηλές, ανυψωμένη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- виробляючий στα ελληνικά - πρόσχαρος, ζεστός, φιλικός, παραγωγή, που παράγουν, παράγουν, την παραγωγή, ...
- генерувати στα ελληνικά - γεννώ, παράγω, γεννοβολώ, παράγουν, δημιουργούν, δημιουργήσουν, δημιουργήσει, ...
- дерен στα ελληνικά - καταδότης, πόα, πρασινάδα, χόρτο, χλόη, χλοοτάπητα, τύρφη, ...
- змішувати στα ελληνικά - αναμιγνύω, μείγμα, αναμειγνύεται, ανακατεύουμε, αναμίξτε, ανακατέψτε
Τυχαίες λέξεις
Піднесений στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πανύψηλος, επιβλητικός, μεταρσιωμένος, αξιοπρεπής, αυξημένα, αυξημένη, αυξημένες, υψηλές, ανυψωμένη
Μεταφράσεις: πανύψηλος, επιβλητικός, μεταρσιωμένος, αξιοπρεπής, αυξημένα, αυξημένη, αυξημένες, υψηλές, ανυψωμένη