Підривний στα ελληνικά
Μετάφραση: підривний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπονομευτικός, ανατρεπτικός, ανατρεπτική, ανατρεπτικό, ανατρεπτικές, ανατρεπτικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- від στα ελληνικά - μακριά, για, από, από την, από το, από τις, από τη
- змішання στα ελληνικά - ένωση, διάλειμμα, συγχώνευση, μίξη, ανάμιξη, ανάμειξη, ανάμιξης, ...
- канцелярський στα ελληνικά - χαρτί, χαρτένιος, γραφειοκρατικός, εφημερίδα, γραφείο, Office, γραφείου, ...
- клопотатися στα ελληνικά - αναφορά, αίτηση, αναφοράς, την αναφορά, αίτησης
Τυχαίες λέξεις
Підривний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπονομευτικός, ανατρεπτικός, ανατρεπτική, ανατρεπτικό, ανατρεπτικές, ανατρεπτικών
Μεταφράσεις: υπονομευτικός, ανατρεπτικός, ανατρεπτική, ανατρεπτικό, ανατρεπτικές, ανατρεπτικών