Підтримувати στα ελληνικά

Μετάφραση: підтримувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρακινώ, καρδαμώνω, ενδυναμώνω, παραινώ, επιβεβαιώνω, διαβεβαιώνω, ακτή, διατηρούν, διατηρήσουν, να διατηρήσει, διατηρήσει, διατηρηθεί
Підтримувати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • гнівливий στα ελληνικά - σκυθρωπός, βλοσυρός, οξύθυμος, ευέξαπτος, ευέξαπτο, οξύθυμο, φοβερά οξύθυμος
  • дихання στα ελληνικά - αναπνοή, αναπνοής, αναπνευστική, την αναπνοή, στην αναπνοή
  • довгостроковий στα ελληνικά - μόνιμος, μακροπρόθεσμος, μακροπρόθεσμη, μακροχρόνια, μακροπρόθεσμες, μακροπρόθεσμων
  • дозрівання στα ελληνικά - γήρανση, ωριμάζω, μεστώνω, ώριμος, κυοφορία, μεστός, ωρίμανση, ...
Τυχαίες λέξεις
Підтримувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρακινώ, καρδαμώνω, ενδυναμώνω, παραινώ, επιβεβαιώνω, διαβεβαιώνω, ακτή, διατηρούν, διατηρήσουν, να διατηρήσει, διατηρήσει, διατηρηθεί