Ревізійний στα ελληνικά
Μετάφραση: ревізійний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναζωογόνηση, επιστροφή, αναβίωση, διασκευαστικός, λογιστικού ελέγχου, αναθεωρητικές, αναθεωρητικής, αναθεωρητική
Μεταφράσεις
- активне στα ελληνικά - ενεργός, ενεργό, δραστική, ενεργού, δραστικών
- вербування στα ελληνικά - εγγραφή, στρατολόγηση, πρόσληψη, πρόσληψης, προσλήψεων, προσλήψεις
- гинути στα ελληνικά - αποθνήσκω, τεζάρω, πεθάνω, καταστρέφομαι, χαθεί, χαθούν, χάνονται, ...
- директоре στα ελληνικά - σκηνοθέτης, ράμφος, διευθυντής, διευθυντή, σκηνοθέτη, διευθύντρια
Τυχαίες λέξεις
Ревізійний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναζωογόνηση, επιστροφή, αναβίωση, διασκευαστικός, λογιστικού ελέγχου, αναθεωρητικές, αναθεωρητικής, αναθεωρητική
Μεταφράσεις: αναζωογόνηση, επιστροφή, αναβίωση, διασκευαστικός, λογιστικού ελέγχου, αναθεωρητικές, αναθεωρητικής, αναθεωρητική