Αναβίωση στα ουκρανικά

Μετάφραση: αναβίωση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ревізійний, відродження, Возрождение
Αναβίωση στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναβίωση

αναβίωση δράμα, αναβίωση επε, αναβίωση ανώνυμης εταιρείας, αναβίωση ολυμπιακών αγώνων 1896, αναβίωση συνώνυμα, αναβίωση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αναβίωση στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αναβάλλω στα ουκρανικά - відкладіться, рахуватися, уступати, відкласти, післяпологовий, одурманення, кіоск, ...
  • αναβάτης στα ουκρανικά - алея, прогулянка, диск-жокей, кататися, їзда, жокей
  • αναβαθμίζω στα ουκρανικά - поновлення, покращити, покращувати, оновлення, модернізація, модернізації, модернізацію
  • αναβιώνω στα ουκρανικά - відновлення, ренесанс, пожвавлення, відбудова, відроджувати, відроджуватимуть, відновлювати, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναβίωση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: ревізійний, відродження, Возрождение