Розмножений στα ελληνικά
Μετάφραση: розмножений, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πολλαπλασιασμός, αναπαραγωγή, πολυσύνθετος, πολλαπλούς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- браконьєри στα ελληνικά - λαθροθήρες, λαθροκυνηγούς, λαθροκυνηγοί, τους λαθροκυνηγούς, λαθροθήρων
- випускати στα ελληνικά - εκθλίβω, αναδίνω, αποβάλλω, εκπέμπω, έκδοση, ζήτημα, τεύχος, ...
- вираз στα ελληνικά - έκφραση, έκφρασης, εκφράσεως, την έκφραση, η έκφραση
- змішувати στα ελληνικά - αναμιγνύω, μείγμα, αναμειγνύεται, ανακατεύουμε, αναμίξτε, ανακατέψτε
Τυχαίες λέξεις
Розмножений στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πολλαπλασιασμός, αναπαραγωγή, πολυσύνθετος, πολλαπλούς
Μεταφράσεις: πολλαπλασιασμός, αναπαραγωγή, πολυσύνθετος, πολλαπλούς