Розплющувати στα ελληνικά
Μετάφραση: розплющувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζουλώ, κολοκύθι, πατικώνω, laminate, φύλλο, έλασμα, ελάσματος, πολυστρωματικό
Μεταφράσεις
- акваріум στα ελληνικά - ενυδρείο, ενυδρείου, ενυδρείων, του ενυδρείου, το ενυδρείο
- акліматизувати στα ελληνικά - εκλιματίζω, acclimate, εγκλιματιστούν, εγκλιματιστεί, εγκλιματισθούν
- весільний στα ελληνικά - γαμήλιος, νυφικό, νυφικά, Νυφική, το νυφικό, νυφικές
- даремність στα ελληνικά - ματαιοπονία, ματαιότητα, ματαιότητας, μάταιο, ανώφελο
Τυχαίες λέξεις
Розплющувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζουλώ, κολοκύθι, πατικώνω, laminate, φύλλο, έλασμα, ελάσματος, πολυστρωματικό
Μεταφράσεις: ζουλώ, κολοκύθι, πατικώνω, laminate, φύλλο, έλασμα, ελάσματος, πολυστρωματικό