Розсіяний στα ελληνικά

Μετάφραση: розсіяний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσδένω, αραιός, διασκορπίζω, χερσότοπος, διαχέεται, διάχυτο, διαχέονται, που διαχέεται, διαχυθεί
Розсіяний στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • буксирувати στα ελληνικά - ρυμουλκώ, σέρνω, τράβηγμα, στουπί, ρυμούλκηση, ρυμούλκησης, δέσμες, ...
  • ветеран στα ελληνικά - βετεράνος, βετεράνο, παλαίμαχο, παλαίμαχος, βετεράνου
  • змушений στα ελληνικά - αναγκαστική, αναγκάζονται, αναγκάστηκε, αναγκασμένοι, ανάγκασε
  • зростання στα ελληνικά - απίστευτος, ανάπτυξη, αύξηση, ανάπτυξης, την ανάπτυξη, αύξησης
Τυχαίες λέξεις
Розсіяний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσδένω, αραιός, διασκορπίζω, χερσότοπος, διαχέεται, διάχυτο, διαχέονται, που διαχέεται, διαχυθεί