Романтичний στα ελληνικά
Μετάφραση: романтичний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρομαντικός, ρομαντικό, ρομαντική, ρομαντικές, ρομαντικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гомеопат στα ελληνικά - ομοιοπαθητικός, ομοιοπαθητικό, ομοιοπαθητικού, τον ομοιοπαθητικό, ο ομοιοπαθητικός
- заспокоїти στα ελληνικά - κατευνάζω, καταπραΰνω, κατευνάσει, κατευνάσουν, να κατευνάσει, κατευνάσει τους, κατευνάσουν την
- заїзд στα ελληνικά - όρος, βουνό, φυλή, αγώνα, φυλής, κούρσα, αγώνας
- зникніть στα ελληνικά - εξαφανίζονται, Disappear, Εξαφανίζεται, εξαφανιστούν, να εξαφανιστεί
Τυχαίες λέξεις
Романтичний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρομαντικός, ρομαντικό, ρομαντική, ρομαντικές, ρομαντικά
Μεταφράσεις: ρομαντικός, ρομαντικό, ρομαντική, ρομαντικές, ρομαντικά