Λέξη: σπουδαίος

Σχετικές λέξεις: σπουδαίος

σπουδαίοσ λόγοσ, σπουδαίος λόγος καταγγελίας σύμβασης εργασίας, σπουδαίος λόγος καταγγελίας μίσθωσης, σπουδαίοσ λόγοσ καταγγελίασ, σπουδαίος έλληνας αθλητής της ιστιοπλοΐας ολυμπιονίκης της ατλάντα το 1996, σπουδαίος έλληνας αθλητής της ιστιοπλοϊας ολυμπιονίκης στην ατλάντα το 1996, σπουδαίος μαθηματικός της αρχαιότητας, σπουδαίος συνώνυμα, σπουδαίος ιταλός συνθέτης και βιολονίστας εκπρόσωπος του μπαρόκ, σπουδαίος ζωγράφος και γλύπτης της αναγέννησης

Συνώνυμα: σπουδαίος

μεγαλειώδης, μεγαλοπρεπής, μέγας, μεγάλος, σοβαρός, αισθητός, εύθυμος, μεγαλόπρεπος, βαρυσήμαντος, σοβαρότατος, σημαντικός

Μεταφράσεις: σπουδαίος

σπουδαίος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
important, grand, great, serious, significant

σπουδαίος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
importante, grande, espléndido, grave, gran, genial, grandes, estupendo

σπουδαίος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
tausend, maßgeblich, wesentlich, gewaltig, konzertflügel, großartig, wichtig, stattlich, signifikant, flügel, groß, super, toll, große

σπουδαίος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
signifiant, mille, cossu, central, insigne, éminent, sortable, brillant, magnifique, essentiel, principal, grand, immense, formidable, grandiose, remarquable, grande, une grande, super, génial

σπουδαίος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
grandioso, importante, rilevante, vistoso, magnifico, grande, ottimo, gran, grandi, ottima

σπουδαίος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
grave, gramática, importação, sério, importante, grande, categorizado, ótimo, excelente, great, ótima

σπουδαίος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zwaar, overweldigend, weids, zwaarwichtig, grandioos, erg, verheven, veelbetekenend, ernstig, voornaam, belangrijk, groots, groot, fantastisch, grote, geweldige, geweldig

σπουδαίος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
барский, восхитительный, дивный, важничающий, значительный, напыщенный, великий, важный, главный, замечательный, яркий, общий, тонный, большой, импозантный, суммирующий, здорово, отличный, великая

σπουδαίος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
storartet, viktig, stor, flott, god, store, flotte

σπουδαίος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
betydande, viktig, stor, bra, stora, stort, fantastisk

σπουδαίος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
merkityksellinen, ensisijainen, tärkeä, hienosteleva, ylväs, uljas, uhkea, vaikutusvaltainen, mahtipontinen, suuri, suurta, suuria, erinomainen, pelissä

σπουδαίος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
vigtig, stor, store, fantastisk, stort, godt

σπουδαίος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
ohromný, bezvadný, zásadní, skvělý, velkolepý, celkový, ušlechtilý, významný, vážný, hlavní, důležitý, znamenitý, veliký, vznešený, velký, skvěle, skvělé

σπουδαίος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ważny, znakomity, imponujący, prawidłowy, znaczący, ważki, duży, świetny, paradny, uroczysty, huczny, doniosły, główny, wielki, wspaniały, świetnie

σπουδαίος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
remek, nemes, hangversenyzongora, nagy, nagyszerű, jó, kiváló

σπουδαίος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
önemli, mühim, büyük, harika, büyük bir, harika bir, great

σπουδαίος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
яскравий, величний, чудовий, значність, значення, важливість, рояль, значущість, великий, великої, великою, великій, велику

σπουδαίος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
madhështor, rëndësishëm, i madh, madhe, madh, e madhe, të madh

σπουδαίος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
важно, чудесен, голям, велик, страхотен, голямо

σπουδαίος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вялікі, вялікай, вялікую, вялікая, вялікае

σπουδαίος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tohutu, suur, oluline, suursugune, tähtis, suurepärane, väga, suure, võrratuid

σπουδαίος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
važnije, velik, veličanstven, važniji, značajno, divan, važnost, važnih, sjajan, odličan, velika, veliko, veliki

σπουδαίος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
mikill, frábær, frábær hóteltilboð, á frábær hóteltilboð, frábær hóteltilboð á

σπουδαίος στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
gravis

σπουδαίος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tūkstantis, puikus, puiki, didelis, labai, puikiai

σπουδαίος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
fantastisks, svarīgs, brīnišķīgs, tūkstotis, liels, lielisks, lieliska, lieliski, liela

σπουδαίος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
голем, голема, одличен, големо, големи

σπουδαίος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
formidabil, important, mie, mare, marea, o mare, excelentă, mari

σπουδαίος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
važen, pomemben, velika, super, velik, odličen, veliko

σπουδαίος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
dôležitý, ohromný, významný, veľký, veľká, veľké
Τυχαίες λέξεις