Руйнівний στα ελληνικά
Μετάφραση: руйнівний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταστρεπτικός, ολέθριος, υπονομευτικός, καταστροφικός, καταστροφική, καταστροφικές, καταστρεπτική, καταστρεπτικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- дрімати στα ελληνικά - υπνάκος, χνούδι, υπνάκο, ΕΣΔ, ΝΑΡ, NAP
- зненависть στα ελληνικά - έχθρα, μίσος, μίσους, το μίσος, του μίσους
- клаузула στα ελληνικά - ρήτρα, ρήτρας, ρήτρα που, ρήτρα περί, τη ρήτρα
- клянеться στα ελληνικά - εναγής, επάρατος, αναθεματισμένος, όρκους, όρκοι, τους όρκους, όρκων, ...
Τυχαίες λέξεις
Руйнівний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταστρεπτικός, ολέθριος, υπονομευτικός, καταστροφικός, καταστροφική, καταστροφικές, καταστρεπτική, καταστρεπτικές
Μεταφράσεις: καταστρεπτικός, ολέθριος, υπονομευτικός, καταστροφικός, καταστροφική, καταστροφικές, καταστρεπτική, καταστρεπτικές