Самовдоволення στα ελληνικά
Μετάφραση: самовдоволення, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυταρέσκεια, εφησυχασμό, εφησυχασμού, εφησυχασμός, ο εφησυχασμός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- валюта στα ελληνικά - συνάλλαγμα, νόμισμα, νομίσματος, συναλλάγματος, νομισμάτων, το νόμισμα
- вглибитися στα ελληνικά - απασχολώ, απορροφώ, βυθίζονται, βυθιστεί, νεροχύτη, βυθίσει, νεροχύτης
- вигнанець στα ελληνικά - φυγάς, εξορία, εξορίας, την εξορία, εξόριστος, εξόριστο
- клятьбу στα ελληνικά - ανάθεμα, κατάρα, συνωμοσία, συνωμοσίας, συνομωσία, συνομωσίας, συνωμοσία για
Τυχαίες λέξεις
Самовдоволення στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυταρέσκεια, εφησυχασμό, εφησυχασμού, εφησυχασμός, ο εφησυχασμός
Μεταφράσεις: αυταρέσκεια, εφησυχασμό, εφησυχασμού, εφησυχασμός, ο εφησυχασμός