Сан στα ελληνικά
Μετάφραση: сан, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αξιοπρέπεια, αξιοπρέπειας, την αξιοπρέπεια, της αξιοπρέπειας, αξιοπρέπειά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- збентежувати στα ελληνικά - αγωνία, καημός, ατυχία, συναγερμός, θλίψη, τρόμος, ανησυχία, ...
- знімок στα ελληνικά - φωτογραφίζω, φωτογραφία, η φωτογραφία, φωτογραφιών, photo, διαθέσιμη φωτογραφία
- кольчуга στα ελληνικά - πανοπλία, ταχυδρομείο, ταχυδρομείου, αλληλογραφίας, μήνυμα, αλληλογραφία
- конспект στα ελληνικά - ακριβής, συγκεκριμένος, ακριβολόγος, επιτομή, περίγραμμα, περιγραφή, περιγράμματος, ...
Τυχαίες λέξεις
Сан στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αξιοπρέπεια, αξιοπρέπειας, την αξιοπρέπεια, της αξιοπρέπειας, αξιοπρέπειά
Μεταφράσεις: αξιοπρέπεια, αξιοπρέπειας, την αξιοπρέπεια, της αξιοπρέπειας, αξιοπρέπειά