Αξιοπρέπεια στα ουκρανικά
Μετάφραση: αξιοπρέπεια, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сан, достоїнство, звання, знати, гідність, перевага
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αξιοπρέπεια
αξιοπρέπεια αντωνυμο, αξιοπρέπεια ετυμολογία, αξιοπρέπεια λεξικό, αξιοπρέπεια (συνδυασμός ανεξάρτητων υποψηφίων), αξιοπρέπεια αποφθέγματα, αξιοπρέπεια λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αξιοπρέπεια στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αξιοπιστία στα ουκρανικά - доречний, відповідний, істотний, релевантний, надійність, надійний
- αξιοποιώ στα ουκρανικά - експлуатувати, витребувати, зажадати, вимагати, витребовувати
- αξιοπρεπής στα ουκρανικά - облагороджений, піднесений, гідний, гідну, достойний, гідна, вартий
- αξιοσημείωτα στα ουκρανικά - чудово, прекрасно, замечательно
Τυχαίες λέξεις
Αξιοπρέπεια στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: сан, достоїнство, звання, знати, гідність, перевага
Μεταφράσεις: сан, достоїнство, звання, знати, гідність, перевага